babear - ορισμός. Τι είναι το babear
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι babear - ορισμός


babear      
Sinónimos
verbo
babosear: babosear, salivar, escupir, ensalivar, insalivar, caerse la baba
babear      
babear
1 intr. Echar o segregar *baba.
2 (inf.) Mostrar excesiva admiración o deseo ante alguien o algo. Babosear, *desear.
babear      
verbo intrans.
1) Echar de sí la baba.
2) fig. fam. Hacer demostraciones de excesivo rendimiento ante una persona o cosa.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για babear
1. Pero después de ver a decenas de reporteros babear detrás de Warhol para conseguir una comilla, abandoné la idea.
2. A bordo viajan el calzonazos capitán Valladares, el pelota de Querejeta o la explosiva Lorna, un androide que hace babear a toda la tripulación.
3. Scorsese, el gran melómano, se ha acercado con sus sabias cámaras al universo de los Stones y el resultado es Shine a light, un producto que inicialmente tenía capacidad para hacernos babear de gusto a los que amamos el cine y a los que no podemos vivir sin la música.
4. Los mangakas veteranos que acuden como invitados al salón no ocultan su asombro ante esta devoción de los otakus españoles por los cómics nipones, capaces de babear frente a los storyboards de algunos capítulos de Doraemon, el gato cósmico nombrado por el Ministerio de Asuntos Exteriores de Japón embajador del anime y que protagoniza una de las exposiciones de esta entrega del salón.
Τι είναι babear - ορισμός